No module Published on Offcanvas position

 

 

Βασίλισσα των Ένδοξων Σούτρα, το Δοξασμένο Ανυπέρβλητο Χρυσό Φως

Περιεχόμενα

Κεφάλαιο 17ο

Το κεφάλαιο για τις Προηγούμενες Ζωές των Ψαριών- Μαθητών του Τζαλαβαχάνα

 

«Επιπλέον, ευγενική θεά, καθώς ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, έκανε να απαλλαχθούν από την αρρώστια ή να έχουν ασήμαντες ασθένειες, τα όντα στη γη του βασιλιά Σουρεσβαχαπράμπα, τα σώματά τους προικίστηκαν με δύναμη και ευχαρίστηση όπως πριν. Όλα τα όντα στη γη του βασιλιά Σουρεσβαχαπράμπα αγαλλίαζαν, έπαιζαν, ήταν ευχαριστημένα, έδιναν δώρα και έκαναν ενάρετες πράξεις. Τιμούσαν και εξυμνούσαν τον Τζαλαβαχάνα το γιο του εμπόρου, με αυτά τα λόγια: ‘Είθε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου να είναι νικηφόρος! Είθε να είναι νικηφόρος! Ο βασιλιάς της ιατρικής, θεράπευσε από τις ασθένειες όλα τα όντα! Σίγουρα είναι ένας Μποντισάτβα! Κατέχει την οκτάπτυχη πραγματεία της ιατρικής επιστήμης!’

 

«Ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, ευγενική θεά, είχε για γυναίκα του την Τζαλαμπουγκάρμπα. Η Τζαλαμπουγκάρμπα η γυναίκα του, ευγενική θεά, είχε δυο γιούς. Τον Τζαλαμπάρα και τον Τζαλαγκάρμπα. Ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, ευγενική θεά, μαζί με τους δυο του γιούς, επισκέφτηκε χωριά, πόλεις, κοιλάδες, περιφέρειες και βασιλικά παλάτια. Σε κάποια άλλη περίσταση, ευγενική θεά, ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου πήγε στο δάσος. Εκεί στο δάσος είδε σαρκοβόρα σκυλιά, λύκους, τσακάλια, σμήνη από κοράκια και άλλα πουλιά, όλα να πηγαίνουν προς τη κατεύθυνση του νερόλακκου Αταβισαμπάβα. Ο Τζαλαβαχάνα αναρωτήθηκε: ‘Γιατί τα σαρκοβόρα σκυλιά, οι λύκοι, τα τσακάλια, τα σμήνη από κοράκια και τα άλλα πουλιά, πηγαίνουν κατά κει;’ Σκέφτηκε πως: ‘Θα πρέπει κι εγώ να πάω προς τα εκεί που πάνε τα σαρκοβόρα σκυλιά, οι λύκοι, τα τσακάλια, τα σμήνη από κοράκια και τα άλλα πουλιά.’ Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, κατευθύνθηκε σιγά σιγά προς το νερόλακκο του δάσους Αταβισαμπάβα.

 

Σ’ εκείνον τον μεγάλο νερόλακκο ζούσαν δέκα χιλιάδες ψάρια. Εκεί είδε, πως πολλές εκατοντάδες ψαριών στερούνταν το νερό κι ένιωσε μεγάλο έλεος για εκείνα τα ψάρια. Τη στιγμή που εμφάνισε αυτή τη σκέψη, είδε να προβάλει από ένα δέντρο το μισό σώμα μιας θεότητας. Η θεότητα είπε στον Τζαλαβαχάνα το γιο του εμπόρου: ‘Άριστα! Άριστα, παιδί ευγενούς οικογένειας! Αφού σε λένε Τζαλαβαχάνα, Ο Φέρων το Νερό, δώσε νερό σ’ αυτά τα ψάρια. Για δυο λόγους σε λένε Τζαλαβαχάνα - επειδή φέρνεις νερό κι επειδή δίνεις νερό. Γι αυτό δράσε σύμφωνα με το όνομά σου.’ Ο Τζαλαβαχάνα ρώτησε, ‘Ω θεά, πόσα ψάρια υπάρχουν εκεί;’ Και η θεά είπε, ‘Δέκα χιλιάδες!’. Τότε, ευγενική θεά, ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, κατακλύστηκε από μεγάλο έλεος.

 

‘Εκείνη την ώρα, ευγενική θεά, στον νερόλακκο του δάσους Αταβισαμπάβα, είχε απομείνει μόνο λίγο νερό. Χωρίς νερό, τα δέκα χιλιάδες ψάρια πέθαιναν και σπαρταρούσαν απεγνωσμένα. Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, ευγενική θεά, έτρεξε στις τέσσερις κατευθύνσεις. Σε όποια κατεύθυνση κι έτρεχε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, προς αυτή τη κατεύθυνση στρέφονταν αξιοθρήνητα τα δέκα χιλιάδες ψάρια. Αν και έψαξε στις τέσσερις κατευθύνσεις για νερό ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, δεν μπόρεσε να βρει. Κοίταξε προς τις τέσσερις κατευθύνσεις και είδε, όχι πολύ μακριά του, πολλά ψηλά δέντρα. Σκαρφάλωσε στα δέντρα αυτά κι έκοψε τα κλαδιά τους. Με τα κλαδιά αυτά, έφτιαξε μια δροσερή σκιά στο νερόλακκο για τα δέκα χιλιάδες ψάρια.

 

‘Μετά, ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, ευγενική θεά, άρχισε να ψάχνει για το πώς θα διοχετεύσει νερό στο νερόλακκο. Έτρεξε και στις τέσσερις κατευθύνσεις με τη σκέψη, ‘Από πού να έρχεται το νερό;’ Δεν μπορούσε όμως να βρει καθόλου νερό. Γρήγορα ακολούθησε το ρέμα. Τότε, ευγενική θεά, έφτασε στον Τζαλαγκάμα, ένα μεγάλο ποταμό, απ όπου ερχόταν το νερό σ΄ αυτόν τον νερόλακκο. Εκεί είδε πως κάποιος κακός άντρας είχε κάνει το νερό να τρέχει προς ένα βάραθρο, ώστε να πεθάνουν τα ψάρια για να τα φάει αργότερα. Σκέφτηκε: ‘Αυτό το ποτάμι δεν μπορεί να εκτραπεί ούτε από χίλιους άντρες, πως μπορώ εγώ μόνος μου να το εκτρέψω;’ Μ’ αυτή τη σκέψη γύρισε στον νερόλακκο.

 

«Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, πήγε γρήγορα στον βασιλιά Σουρεσβαχαπράμπα. Υποκλίθηκε με το κεφάλι του στα πόδια του βασιλιά Σουρεσβαχαπράμπα, κάθισε στο πλάι και ανέφερε τα εξής: ‘Στη γη της Μεγαλειότητάς σου, σε κάθε χωριό και πόλη, ανακούφισα τα όντα από τις ασθένειες. Σε ένα μέρος υπάρχει ο νερόλακκος Αταβισαμπάβα κι εκεί, δέκα χιλιάδες ψάρια δεν έχουν νερό και καψαλίζονται από τον ήλιο. Θέλω να δώσω ζωή στα όντα που έχουν επαναγέννηση ζώου, όπως έδωσα και στους ανθρώπους. Παρακαλώ τη μεγαλειότητα σου να μου δώσει είκοσι ελέφαντες.’ Τότε ο βασιλιάς Σουρεσβαχαπράμπα έδωσε αυτή την διαταγή στους υπουργούς του: ‘Δώστε είκοσι ελέφαντες σ’ αυτόν το βασιλιά των γιατρών.’ Και οι υπουργοί είπαν: ‘Πήγαινε στον οίκο των ελεφάντων και πάρε είκοσι ελέφαντες. Βοήθησε τα όντα και κάντα ευτυχισμένα.’

 

«Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, ευγενική θεά, μαζί με τους δυο του γιούς, τον Τζαλαμπάρα και τον Τζαλαγκάρμπα, πήραν είκοσι ελέφαντες και εκατό τσάντες από δέρμα βοδιού και επέστρεψαν εκεί που κυλούσε ο Τζαλαγκάμα. Γέμισαν τις τσάντες με νερό, τις έβαλαν στη πλάτη των ελεφάντων και έτρεξαν προς το δάσος, στον νερόλακκο Αταβισαμπάβα. Πήραν τις τσάντες από τη πλάτη των ελεφάντων και γέμισαν το νερόλακκο με νερό. Όπου κι αν πήγαινε προς τις τέσσερις κατευθύνσεις, ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου με τους γιούς του, κατά κει ακολουθούσαν και τα δέκα χιλιάδες ψάρια.

 

«Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, ευγενική θεά, σκέφτηκε: ‘Γιατί αυτά τα δέκα χιλιάδες ψάρια με ακολουθούν;’ Τότε σκέφτηκε πως, ‘Σίγουρα αυτά τα δέκα χιλιάδες ψάρια, βασανίζονται από τη φωτιά της πείνας και αναζητούν από μένα τροφή. Πρέπει να τα ταΐσω.’

 

«Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, ευγενική θεά, είπε στον Τζαλαμπάρα το γιό του: ‘Γιέ μου, πάρε τον πιο γρήγορο ελέφαντα και πήγαινε γρήγορα σπίτι μου. Δώσε το μήνυμα αυτό στον παππού σου τον έμπορο και πες του: «Παππού, ο Τζαλαβαχάνα λέει να βάλετε σε πακέτο ότι φαγητό είναι έτοιμο στο σπίτι, για τους γονείς, τα αδέλφια, τις αδελφές, τους υπηρέτες ή τους εργάτες, βάλτε το στον ελέφαντα του Τζαλαμπάρα και στείλτε τον γρήγορα στον Τζαλαβαχάνα.»’

 

«Τότε ο γιος Τζαλαμπάρα, καβάλησε τον ελέφαντα και πήγε τρέχοντας, στο σπίτι του πατέρα του. Εκεί, έδωσε με λεπτομέρεια το μήνυμα στον παππού του. Έπειτα ο Τζαλαμπάρα, έβαλε τη τροφή στην πλάτη του ελέφαντα και γύρισε στο νερόλακκο Αταβισαμπάβα. Ο Τζαλαβαχάνα χάρηκε που είδε το γιο του και πήρε την τροφή. Την τεμάχισε σε κομμάτια, την έριξε στο νερόλακκο κι έτσι ικανοποίησε αυτά τα δέκα χιλιάδες ψάρια. Μετά είχε αυτή την σκέψη, ‘Κάποτε άκουσα από έναν μοναχό που απάγγελνε κείμενα της Μαχαγιάνα σε μια απομόνωση στο δάσος, πως όποιος ακούσει το όνομα του Τατάγκατα Ρατνασικίν την ώρα που πεθαίνει, θα επαναγεννηθεί σε ανώτερες καταστάσεις. Πρέπει να διδάξω τη βαθιά διδασκαλία της αλληλεξαρτημένης παραγωγής και να πω το όνομα του Τατάγκατα, Άρχατ και Πλήρως Φωτισμένου Βούδα Ρατνασικίν.’

 

«Όμως εκείνη τη στιγμή, τα όντα στη Τζαμπουντβίπα είχαν δύο θεωρήσεις: κάποια είχαν πίστη στη Μαχαγιάνα και τους άρεσε ενώ κάποια άλλα την καταφρονούσαν. Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, στάθηκε μέσα στο νερό μέχρι το γόνατο και φώναξε σκόπιμα και με επίσημο τρόπο, ‘Υποκλίνομαι στον Τατάγκατα, Άρχατ, Πλήρως Φωτισμένο Βούδα Ρατνασικίν! Όταν ο Τατάγκατα Ρατνασικίν ασκούνταν στο δρόμο των Μποντισάτβα, έκανε την ακόλουθη προσευχή: «Είθε όσοι ακούσουν το όνομά μου κατά την ώρα του θανάτου τους στις δέκα κατευθύνσεις, να φύγουν από το πεδίο τους και να επαναγεννηθούν στο πεδίο των Τριάντα Τριών. Είθε εκεί να είναι ίσοι με τους θεούς.’

 

«Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, δίδαξε με τον εξής τρόπο το Ντάρμα στα όντα που ήταν ζώα: ‘Καθώς υπάρχει, προβάλει. Επειδή παράγεται, παράγεται. Μ΄ αυτόν τον τρόπο, εξ αιτίας της άγνοιας προβάλει ο καρμικός σχηματισμός. Εξ αιτίας του καρμικού σχηματισμού προβάλει η συνείδηση. Εξ αιτίας της συνείδησης προβάλει το όνομα και μορφή. Εξ αιτίας του ονόματος και της μορφής προβάλουν οι έξι είσοδοι των αισθήσεων. Εξ αιτίας των έξι εισόδων των αισθήσεων προβάλει η επαφή. Εξ αιτίας της επαφής προβάλει η αίσθηση. Εξ αιτίας της αίσθησης προβάλει η λαχτάρα. Εξ αιτίας της λαχτάρας προβάλει το άρπαγμα. Εξ αιτίας του αρπάγματος προβάλει το γίγνεσθαι. Εξ αιτίας του γίγνεσθαι προβάλει η γέννηση, τα γηρατειά και ο θάνατος, η θλίψη, ο θρήνος, ο πόνος, η ταραχή του νου, η σύγκρουση και η διαμάχη. Μ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργείται το μεγάλο σύνολο/σκάντα της δυστυχίας. Επιπλέον είναι έτσι: με την παύση της άγνοιας, παύει και ο καρμικός σχηματισμός έως την παύση του μεγάλου συνόλου της δυστυχίας.’

 

«Αφού έδωσε τη διδασκαλία του Ντάρμα στα όντα που βρίσκονταν στο επίπεδο των ζώων, ευγενική θεά, ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, επέστρεψε σπίτι του μαζί με τους γιούς του, Τζαλαμπάρα και Τζαλαγκάρμπα.

 

«Κάποια φορά που ο Τζαλαβαχάνα ο γιός του εμπόρου, κείτονταν μεθυσμένος στο κρεβάτι του, μετά από ένα μεγάλο φαγοπότι σε μια γιορτή, εμφανίστηκε ένας μεγάλος οιωνός. Προς το τέλος της νύχτας τα δέκα χιλιάδες ψάρια πέθαναν και επαναγεννήθηκαν ίσοι μεταξύ των θεών του πεδίου των Τριάντα Τριών. Τη στιγμή που γεννήθηκαν είχαν αυτή τη σκέψη: ‘Ποια ενάρετη πράξη ήταν η αιτία της γέννησής μας μεταξύ των θεών του πεδίου των Τριάντα Τριών;’ Κι η απάντηση πρόβαλε στο νου τους: ‘ Στη Τζαμπουντβίπα είμασταν δέκα χιλιάδες ψάρια. Ενώ βρισκόμασταν στο επίπεδο των ζώων, ο Τζαλαβαχάνα ο γιός του εμπόρου, μας ικανοποίησε με νερό και τροφή. Μας έδωσε επίσης μια διδασκαλία του Ντάρμα πάνω στη βαθιά θεώρηση της αλληλεξαρτημένης παραγωγής. Μας είπε το όνομα του Τατάγκατα, Άρχατ, Τέλεια Φωτισμένου Ρατνασικίν. Αυτή υπήρξε η αιτία και η συνθήκη που εμείς γεννηθήκαμε μεταξύ των θεών. Πρέπει να πάμε εκεί που βρίσκεται ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου, για να του κάνουμε προσφορές.’

 

«Έπειτα, οι δέκα χιλιάδες γιοί των θεών, εξαφανίστηκαν από το πεδίο των Τριάντα Τριών και πήγαν στο σπίτι του Τζαλαβαχάνα, του γιού του εμπόρου. Εκείνη την ώρα, ενώ ο Τζαλαβαχάνα ο γιος του εμπόρου κοιμόνταν στο κρεββάτι του, οι γιοί των θεών έβαλαν δέκα χιλιάδες μαργαριταρένια περιδέραια στο κεφάλι του. Έβαλαν δέκα χιλιάδες μαργαριταρένια περιδέραια στις πατούσες των ποδιών του. Έβαλαν δέκα χιλιάδες μαργαριταρένια περιδέραια στα δεξιά του. Έβαλαν δέκα χιλιάδες μαργαριταρένια περιδέραια στα αριστερά του. Έριξαν μια μεγάλη βροχή από θεϊκά λουλούδια μανταράβα και μαχαμανταράβα. Έπαιξαν θεϊκά κύμβαλα που ο ήχος τους ξύπνησε τους ανθρώπους της Τζαμπουντβίπα. Ξύπνησε κι ο Τζαλαβαχάνα ο γιός του εμπόρου. Τότε τα δέκα χιλιάδες παιδιά των θεών υψώθηκαν στον ουρανό. Αφού έραναν με θεϊκά λουλούδια κι άλλες περιοχές στο πεδίο του βασιλιά Σουρεσβαραπράμπα, πήγαν στο νερόλακκο Αταβισαμπάβα στο δάσος, όπου και το έραναν με θεϊκά λουλούδια μαχαμανταράβα. Έγιναν αόρατοι και επέστρεψαν στις θεϊκές τους κατοικίες. Εκεί έπαιξαν με τα αντικείμενα των πέντε αισθήσεων και ευχαριστήθηκαν. Ευχαριστημένοι από αυτά, βίωσαν μεγαλείο και καλή τύχη.

 

«Καθώς ξημέρωνε στην Τζαμπουντβίπα, ο βασιλιάς Σουρεσβαραπράμπα είδε τους οιωνούς αυτούς και ρώτησε τους αστρολόγους του και τον επι κεφαλής υπουργό, ‘Γιατί χτες βράδυ εμφανίστηκαν αυτά τα σημάδια;’ Αυτοί είπαν, « Είθε να ευχαριστηθεί η Μεγαλειότητά σου μαθαίνοντας πως, στο σπίτι του Τζαλαβαχάνα του γιού του εμπόρου, έπεσαν σαράντα χιλιάδες μαργαριταρένια περιδέραια και καταρράκτες από θεϊκά μαχαμανταράβα λουλούδια.’ Τότε ο βασιλιάς Σουρεσβαραπράμπα είπε στους υπουργούς του: ‘Κύριοι, καλέστε με ευγενικά λόγια τον Τζαλαβαχάνα τον γιό του εμπόρου.’ Οι αστρολόγοι μαζί με τους ανώτερους υπουργούς πήγαν στο σπίτι του Τζαλαβαχάνα, του γιου του εμπόρου και του είπαν, ‘Ο βασιλιάς Σουρεσβαραπράμπα σε καλεί.’

 

«Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιός του εμπόρου, μαζί με τους ανώτερους υπουργούς πήγαν στον βασιλιά Σουρεσβαραπράμπα. Ο βασιλιάς ρώτησε, ‘Χτες βράδυ Τζαλαβαχάνα εμφανίστηκαν αυτοί οι οιωνοί. Μήπως γνωρίζεις γιατί εμφανίστηκαν αυτοί οι οιωνοί;’ Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιός του εμπόρου απάντησε στον βασιλιά Σουρεσβαραπράμπα: Γνωρίζω εξοχότατε. Ήταν σίγουρα οιωνοί για τον θάνατο των δέκα χιλιάδων ψαριών.’ Ο βασιλιάς είπε, ‘Πως το ξέρεις;’ Και ο Τζαλαβαχάνα απάντησε, ‘Εξοχότατε, άσε το γιο μου Τζαλαμπάρα να πάει στο νερόλακκο για να δει αν τα δέκα χιλιάδες ψάρια είναι πεθαμένα ή ζωντανά.’ Ο βασιλιάς αποκρίθηκε, ‘Ας είναι.’ Τότε ο Τζαλαβαχάνα ο γιός του εμπόρου, είπε στον Τζαλαμπάρα, ‘Πήγαινε γιέ μου. Δες αν τα δέκα χιλιάδες ψάρια στον νερόλακκο Αταβισαμπάβα είναι πεθαμένα ή ζωντανά. Τότε ο Τζαλαμπάρα πήγε γρήγορα στον νερόλακκο Αταβισαμπάβα και είδε πως τα δέκα χιλιάδες ψάρια είχαν πεθάνει. Είδε επίσης πως είχε πέσει μια μεγάλη βροχή από θεϊκά λουλούδια μαχαμανταράβα. επέστρεψε και είπε στον πατέρα του: ‘είναι νεκρά.’

 

«Μόλις ο Τζαλαβαχάνα ο γιός του εμπόρου, άκουσε τα λόγια αυτά από τον γιό του Τζαλαμπάρα, πλησίασε τον βασιλιά Σουρεσβαραπράμπα και του είπε με λεπτομέρεια τα εξής: ‘Εξοχότατε, σε παρακαλώ άκουσε. Τα δέκα χιλιάδες ψάρια πέθαναν και επαναγεννήθηκαν μεταξύ των θεών των Τριάντα Τριών. Μέσα από τη δική τους δύναμη και τη δική μου επίσης είχαμε αυτούς τους οιωνούς χτες βράδυ. Και στο σπίτι μου έπεσε βροχή από σαράντα χιλιάδες μαργαριταρένια περιδέραια και λουλούδια μαχαμανταράβα.’ Ο βασιλιάς, ακούγοντας τα νέα αυτά, γέμισε χαρά και ευχαρίστηση.»

 

Τότε ο Τατάγκατα είπε στην ευγενική θεά Μποντισατβασαμουτσάγυα: «Ευγενική θεά, αν νομίζεις πως ο βασιλιάς Σουρεσβαραπράμπα τότε ήταν κάποιος άλλος, μην το βλέπεις έτσι. Γιατί; Επειδή ο Ντανταπάνι ο Σάκυα τότε ήταν ο βασιλιάς με τ’ όνομα Σουρεσβαραπράμπα. Ευγενική θεά, αν νομίζεις πως ο έμπορος Τζατιμντάρα τότε ήταν κάποιος άλλος, μην το βλέπεις έτσι. Γιατί; Επειδή ο βασιλιάς Σουντοντάνα ήταν τότε ο έμπορος με τ’ όνομα Τζατιμντάρα. Ευγενική θεά, αν νομίζεις πως ο Τζαλαβαχάνα τότε ήταν κάποιος άλλος, μην το βλέπεις έτσι. Γιατί; Επειδή εγώ ήμουν τότε ο γιος του εμπόρου με τ’ όνομα Τζαλαβαχάνα. Ευγενική θεά, αν νομίζεις πως η γυναίκα του Τζαλαμπουργκάρμπα τότε ήταν κάποια άλλη, μην το βλέπεις έτσι. Γιατί; Επειδή η Γκόπα η κόρη του Σάκυα ήταν τότε η γυναίκα του με τ’ όνομα Τζαλαμπουργκάρμπα. Ο Ραχούλα ήταν τότε ο γιος του με τ’ όνομα Τζαλαμπάρα. Ο ευγενής Ανάντα ήταν ο γιος με τ’ όνομα Τζαλαγκάρμπα. Αν νομίζεις ευγενική θεά, πως τα δέκα χιλιάδες ψάρια τότε ήταν κάποιοι άλλοι, μην το βλέπεις έτσι. Γιατί; Τα δέκα χιλιάδες παιδιά των θεών όπως ο Τζβαλαναντα ρατετζοράτζα, ήταν τα δέκα χιλιάδες ψάρια που ικανοποίησα με το νερό και την εξαίσια τροφή, με τη βαθιά διδασκαλία που τους έδωσα πάνω στην αλληλεξαρτημένη παραγωγή και λέγοντας τους το όνομα του Τατάγκατα, Άρχατ, Τέλεια Φωτισμένου Ρατνασικίν. Εξ αιτίας αυτής της ενάρετης αιτίας ήρθαν εδώ και πήραν την προφητεία για την ανυπέρβλητη και τέλεια Φώτιση. Επιπλέον, επειδή άκουσαν τη διδασκαλία αυτή με μεγάλη χαρά, προσδοκία, ανυπέρβλητη χαρά και σεβασμό, όλοι έλαβαν προφητεία και ονόματα. Ευγενική θεά, αν νομίζεις πως η θεά τους δάσους τότε ήταν κάποια άλλη, μην το βλέπεις έτσι. Γιατί; Ευγενική θεά, εσύ ήσουν η θεά του δάσους τότε.

 

«Σχετικά με αυτά, ευγενική θεά, ας γίνει γνωστό πως καθώς γύριζα μέσα στην κυκλική ύπαρξη, ωρίμασα πλήρως πολλά όντα προς την τέλεια αφύπνιση και όλα έλαβαν την προφητεία της ανυπέρβλητης και τέλειας Φώτισης.»

 

‘Έτσι τελειώνει το δέκατο έβδομο κεφάλαιο, το Κεφάλαιο για τις Προηγούμενες Ζωές των Ψαριών- Μαθητών του Τζαλαβαχάνα, από τη Βασίλισσα των Ένδοξων Σούτρα, το Ανυπέρβλητο Χρυσό Φως.

 

 


 iaogrlogo150


 

 

 s s s

heavens-bells-by-sonal-karkera

 

Lokah Samastah Sukhino Bhavantu

Ας είναι όλα τα όντα ευτυχή
Ας είναι όλα τα όντα μακάρια
Ας είναι όλα τα όντα σε ειρήνη

 ☸  

Βιβλιοθήκη

Ο Διαλογισμός φέρνει Σοφία. Η έλλειψη διαλογισμού μας αφήνει στην άγνοια. Να γνωρίζετε καλά αυτό που σας οδηγεί προς τα εμπρός και αυτό που σας κρατάει πίσω, και να επιλέξετε το μονοπάτι που οδηγεί στη Σοφία».

Σακυαμούνι Βούδδας