Κεφάλαιο 6ο
Το κεφάλαιο της Κενότητας
Τότε ο Τατάγκατα είπε αυτούς τους στίχους:
Σε άλλες πολυάριθμες και ακατάληπτες Σούτρες,
έχω εξηγήσει λεπτομερώς τα κενά φαινόμενα.
Επομένως, σ’ αυτήν εδώ την ανυπέρβλητη Σούτρα
θα εξηγήσω εν συντομία την κενότητα των φαινομένων.
Τα όντα έχοντας μικρή ευφυΐα και άγνοια
δεν μπορούν να γνωρίζουν όλα τα πράγματα.
Επομένως, σ’ αυτήν εδώ την ανυπέρβλητη υπέρτατη Σούτρα,
θα εξηγηθούν τα κενά φαινόμενα, εν συντομία μόνο.
Προκειμένου όλα τα όντα να γνωρίσουν με βεβαιότητα,
προκειμένου να απελευθερωθούν από την κυκλική ύπαρξη,
με τα μέσα του ελέους, των μεθόδων και άλλων τρόπων
δίδαξα αυτήν την ανυπέρβλητη υπέρτατη Σούτρα.
Το σώμα είναι σαν ένα άδειο χωριό ή σπίτι,
οι αισθήσεις είναι σαν τους στρατιώτες και τους κλέφτες.
Αν και ζουν στο ίδιο χωριό
δεν γνωρίζονται μεταξύ τους.
Η αίσθηση της όρασης τρέχει πίσω απ τις μορφές.
Η αίσθηση της ακοής απολαμβάνει τους ήχους.
Η αίσθηση της οσμής συλλαμβάνει διάφορες μυρωδιές.
Η αίσθηση της γεύσης κυνηγάει πάντα τις γεύσεις.
Η αίσθηση της αφής ακολουθεί την απτή επαφή
και η νοητική αίσθηση αντιλαμβάνεται τα φαινόμενα.
Οι έξι αυτές ξεχωριστές αισθήσεις
είναι απορροφημένες στα αντικείμενά τους.
Ο νους είναι ασταθής σαν μια ψευδαίσθηση-
στις έξι αισθήσεις του απορροφημένος-
σαν κάποιον που τρέχει σ’ ένα άδειο χωριό
και κατοικεί εκεί, ανάμεσα σε στρατιώτες και κλέφτες.
Ο νους κολλάει στα έξι αντικείμενα
και τα αντικείμενα των αισθήσεων πολύ καλά γνωρίζει.
Επομένως, ο νους εδρεύει στα έξι αντικείμενα
και γνωρίζει πλήρως τα αντικείμενα των αισθήσεων.
Μορφές, ήχοι και μυρωδιές,
γεύσεις, απτά [αντικείμενα] και φαινόμενα,
ο νους κινείται σαν το πουλί που πετά,
σε όλες τις έξι, μπαίνει στην αίσθηση,
σε εκείνη που λειτουργεί,
και δανείζει στην αίσθηση αυτή τη γνωστική του φύση.
Το σώμα, σαν μηχανή σε άδειο χωριό,
στερείται κάθε κίνησης και δράσης.
Δεν έχει κάποια βασική ουσία, εμφανίζεται από συνθήκες.
Εμφανίζεται από τις αντιλήψεις, δεν έχει εγγενή φύση.
Η γη, το νερό, η φωτιά και ο αέρας
υπάρχουν ξεχωριστά σε διαφορετικά μέρη,
σαν θανατηφόρα φίδια στην ίδια φωλιά,
σε αέναη διαμάχη μεταξύ τους.
Από αυτά τα τέσσερα φίδια των στοιχείων,
τα δυο κινούνται προς τα πάνω και τ' άλλα δυο προς τα κάτω.
Ανά δυάδες κινούνται στις κατευθύνσεις και τα παρακλάδια,
τα φίδια αυτά των στοιχείων σίγουρα θα χαθούν.
Τα φίδια της γης και του νερού
θα χαθούν χαμηλά,
τα φίδια της φωτιάς και του αέρα
θα χαθούν ψηλά.
Εξ αιτίας των πράξεων του παρελθόντος
ο νους κι οι συνειδήσεις φεύγουν από τις κατοικίες τους.
Οι θεοί, οι άνθρωποι και οι τρεις κατώτεροι περιπλανώμενοι
γεννιούνται στην ύπαρξη σύμφωνα με τις πράξεις που έχουν κάνει.
‘Όταν πεθάνει, καθώς το φλέγμα, ο αέρας και η χολή εξαντλήθηκαν,
το σώμα γεμίζει με ούρα και δύσοσμη ουσία.
Καθόλου ευχάριστο, γίνεται μια σωρός σκουληκιών,
πεταμένο στο νεκροταφείο σαν το ξύλο.
Ω θεότητα, δες αυτά τα πράγματα:
εδώ τα όντα, τα άτομα
και τα παρόμοια φαινόμενα είναι κενά.
Εμφανίζονται λόγω της άγνοιας.
Αυτά τα μεγάλα στοιχεία δεν έχουν μεγάλη πηγή [προέλευσης].
Πηγάζουν από τη μη αρχή, δεν έχουν προέλευση.
Εφόσον αυτό που εκπορεύεται δεν έχει πηγή [προέλευσης]
τα ονόμασα –τα μεγάλα στοιχεία.
Δεν υπάρχουν κι ούτε υπήρξαν ποτέ.
Εξ αιτίας της ύπαρξης υπάρχουν.
Η ίδια η άγνοια δεν υπάρχει.
Γι αυτό την ονόμασα άγνοια.
Πράξη, συνείδηση, όνομα και μορφή,
οι έξι πηγές, επαφή, αίσθηση,
λαχτάρα, άρπαγμα και γίγνεσθαι επίσης,
γέννηση, γηρατειά και θάνατος-λύπες και μολύνσεις-
αυτά αποτελούν τους δώδεκα κρίκους εξαρτημένης προέλευσης.
Τα ασύλληπτα βάσανα της κυκλικής ύπαρξης,
αυτά που λειτουργούν στον τροχό της ζωής,
πήγασαν από την μη αρχή.
Επομένως, δεν έχουν προέλευση,
είναι απαλλαγμένα από την ασυνάρτητη, νοητική σκέψη.
Κόβοντας τη θεώρηση ύπαρξης εαυτού,
κόβοντας το δίχτυ των μολύνσεων,
κραδαίνοντας το σπαθί της σοφίας,
βλέποντας πως η κατοικία των σκάντα είναι κενή,
μ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η Φώτιση.
Άνοιξα την πόρτα για την πόλη του νέκταρ
και τέλεια μπήκα μέσα στην κατοικία του.
Αποκάλυψα πλήρως το όχημα του νέκταρ,
και γέμισα με τον χυμό του.
Έκρουσα το υπέρτατο τύμπανο του Ντάρμα,
φύσηξα το υπέρτατο κοχύλι του Ντάρμα.
Έρανα την υπέρτατη βροχή του Ντάρμα,
άναψα την υπέρτατη δάδα του Ντάρμα.
Κατέκτησα τον ισχυρό εχθρό, τις μολύνσεις
και ύψωσα ψηλά το νικηφόρο λάβαρο του Ντάρμα.
Διέσωσα τα όντα από τον ωκεανό της ύπαρξης
και σφράγισα το μονοπάτι των τριών κατώτερων πεδίων.
Για τα όντα που καψαλίζονται από τη φωτιά των μολύνσεων,
χωρίς στήριγμα ή συνεργάσιμες δυνάμεις,
ανακούφισα αυτούς που κάηκαν από τη φλόγα της πλάνης
και τους ικανοποίησα με τον χυμό του νέκταρ.
Στη διάρκεια ασύλληπτα πολλών κάλπα
τίμησα ασύλληπτα πολλούς Βούδες.
Αναζητώντας με θέρμη το νταρμακάγια, ανένδοτος ως προς τους όρκους μου,
έδρασα με τη συμπεριφορά των Μποντισάτβα.
Έδωσα τα χέρια μου, τα μάτια και τα πόδια μου,
το υπέρτατο τμήμα, το κεφάλι, τους αγαπημένους γιούς και τις κόρες μου,
κρύσταλλα, πετράδια, μαργαριτάρια, κοσμήματα και χρυσό,
λάπις και διάφορα πετράδια.
Ένας δυνατός άνθρωπος μπορεί να κόψει και να τεμαχίσει
όλα αυτά που φυτρώνουν σ’ αυτή την γη.
Δέντρα και θάμνους, χόρτα και δάση
όλου του τρις χιλιόκοσμου.
Αν τα αλέσει σε κόκκους
και μετά τα κάνει σκόνη,
μπορεί να φτιάξει ένα βουνό ως τα πέρατα του διαστήματος
και να το χωρίσει σε τρία μέρη.
Αν η γνώση όλης της σκόνης της γης-
τα άπειρα μέρη των τρις χιλιόκοσμων σφαιρών-
δοθεί σε ένα και μόνο ον,
αυτό το ον θα ήταν ιδιαίτερα υπέρτατο.
Καθώς θα κατείχε υπέρτατη σοφία, θα μπορούσε να καταμετρήσει
όλα εκείνα τα μόρια στο βουνό της σκόνης,
όμως κανείς δεν μπορεί να γνωρίσει
την έκταση της γνώσης του Νικητή.
Ακόμα και σε αμέτρητα δεκάδες εκατομμύρια κάλπα,
η ζωή μιας μοναδικής στιγμής
από την παντογνωστική σοφία του Νικητή
δεν μπορεί να καταμετρηθεί ούτε να εκτιμηθεί.
‘Έτσι τελειώνει το έκτο κεφάλαιο, το Κεφάλαιο της Κενότητας, από τη Βασίλισσα των Ένδοξων Σούτρα, το Ανυπέρβλητο Χρυσό Φως.

